Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2012

Από τη θλίψη των διαπιστώσεων, στη φωτιά των αποφάσεων και των πράξεων






Βαρέθηκα τα χωρατά
Ώρα γι’  αυτά δεν έχω τώρα
Τώρα παλεύω στη φωτιά
Μέσα στη μπόρα

Τους βλέπεις στα δελτία ειδήσεων…
Τους βλέπεις στα υπουργικά συμβούλια και στις συνόδους κορυφής…
Τους βλέπεις να μιλάνε για το δικό μας μέλλον, με εκείνο το ύφος που δηλώνει ότι πρέπει να τους ευγνωμονούμε κιόλας. Μιλάνε γεμάτοι χαμόγελα για τις «σωτήριες» επιλογές τους. Χαμογελάνε και δίνουν τα χέρια για νέες συμφωνίες και ρήτρες και δεσμεύσεις και όλα εκείνα τα σκατά που  έχουν διαλύσει τις ζωές μας. Χαμογελάνε με «κίτρινα χείλη» και με την πέτρινη καρδιά των πληρωμένων εκτελεστών.  Πίσω όμως, από τα ικανοποιημένα χαμόγελα των δημοσιογράφων, των τραπεζιτών και των πολιτικών προσώπων φαίνονται καθαρά, τα ματωμένα χέρια τους και οι ματωμένες προθέσεις τους.
Καιρό τώρα αλυχτάνε σαν το σκυλολόι σε όποιον τολμήσει να αμφισβητήσει τις επιλογές τους. Ποιοι; Αυτοί που καταλήστεψαν την κοινωνία μας. Αυτοί που μας φλόμωσαν με ψέματα, λένε εμάς ψεύτες, όταν μιλάμε για έναν άλλο δρόμο, για την κοινωνία και τη συγκρότησή της. Ποιοι;  Αυτοί που παρέδωσαν την κοινωνία αλυσοδεμένη στο Διεθνές αρπαχτικό κεφάλαιο, αυτοί μας μιλάνε για τη σωτηρία του «έθνους»
Βέβαια, το δικό τους «έθνος» δεν θα έχει ούτε λιμάνια, ούτε αεροδρόμια. Δεν θα έχει ούτε ΔΕΗ, ούτε ΟΤΕ. Δεν θα έχει σιδηροδρόμους, θα έχει όμως πολλά διόδια. Θα έχει φτώχεια, αλλά θα την μετράει σε ευρώ. Δεν θα έχει ελπίδα, αλλά θα έχει φόβο. Δεν θα έχει συλλογικότητες που θα αντιδρούν, αλλά οργανωμένες συμμορίες Πραιτοριανών που θα περιπολούν.
Ζήτω, λοιπόν, το «έθνος» τους, μόνο που θα σκέφτεται σα Γερμανός, θα εργάζεται σαν Κινέζος, θα μιλάει επισήμως την αγγλικήν και θα κρύβεται πίσω από γαλλικά φρου-φρου και αρώματα, για να ακολουθεί το σαβουάρ βίβρ, του νέου παγκόσμιου ΜΕΣΑΙΩΝΑ.
Ζήτω το «έθνος» των τραπεζιτών, των μονοπωλίων, των εκβιαστών, των πλουσίων με τα καλοπληρωμένα τσιράκια τους, το «έθνος» των μπράβων και των φασιστικών συμμοριών.
Ζήτω το «έθνος» που «οφείλει» να μαθαίνει στα παιδιά του την πονηριά του σκυψίματος και της υποταγής, να τους μαθαίνει τη ρουφιανιά και την ατομική επιβίωση, να τους μαθαίνει να εκχωρούν κάθε δικαίωμά τους σε προστάτες και πολιτικούς νταβατζήδες.
Ζήτω το «έθνος» των ολίγων !
Ποιος ασχολείται τώρα με αυτή την ανούσια και ανεγκέφαλη πλειοψηφία που αντιδρά; Ας ψοφήσει…
Δηλαδή να ψοφήσουμε εμείς… ΟΛΟΙ ΕΜΕΙΣ
Που δε φιλήσαμε κατουρημένες ποδιές για να πάρουμε μια μετάθεση ή μια απόσπαση σε ένα πιο κοντινό σχολείο.
Που δε γλείψαμε κανένα διευθυντή  ή προϊστάμενο, αλλά σε όποιες συνθήκες και αν βρεθήκαμε, προσπαθήσαμε να αγκαλιάσουμε όλους μας τους μαθητές.
Που δεν προσκυνήσαμε στο ναό του χρηματιστηρίου, και στην τηλεθέαση των καλπαζουσών μετοχών, αλλά όταν έπεφτε το βράδυ, καθόμασταν μέχρι αργά, για να σκεφτούμε την αυριανή μέρα στην τάξη, ή για να διαβάσουμε κανένα βιβλίο, μπας και ξεστραβωθούμε, και βρούμε απαντήσεις στα αδυσώπητα ερωτήματα που μαστιγώνουν την ψυχή και το σώμα μας…
Όλοι εμείς που δεν πήραμε επιδοτήσεις από τους τοποτηρητές των κομματικών και κρατικών οργάνων, αλλά ζούσαμε και ζούμε από τον πενιχρό μισθό μας, συμμετέχοντας στις απεργίες και τους αγώνες μπας και τον καλυτερεύσουμε, χωρίς να ψάχνουμε μπαρμπάδες με γεμάτα πορτοφόλια και παχουλούς σβέρκους…
Όλοι εμείς, η πλειοψηφία της δουλειάς, της σκέψης, της αγωνίας, με τη μάνα στο νοσοκομείο, με τον υπερκινητικό «Αργύρη» στην τάξη, με το αυτοκίνητο με τα κατεστραμμένα λάστιχα, που ζούμε στην πολυκατοικία χωρίς πετρέλαιο, με τον αδερφό να ψάχνει για δανεικά, με το σπίτι στο χωριό έτοιμο να πέσει η σκεπή του…
…Καλά κι εσύ, μην παίρνεις κάθε μέρα εφημερίδα…Δεν κόβεις λίγο, το τσιγάρο…Μα τι διάβολο κόψανε πάλι απ’ το μισθό ; …Θα κόψω την ασφάλεια που έχω κάνει… Σε πήραν πάλι από την τράπεζα…Το ξέρω… Εθνική σωτηρία… Βουίζει συχνά τώρα τελευταία το αυτί μου… Σε πήραν από την τράπεζα…Το ξέρω…Εθνική διαπραγμάτευση, σωτήρες μπόλικοι… Άνοιξε λίγο το παράθυρο, ζαλίστηκα… Πρέπει να τηρήσετε τις δεσμεύσεις σας, τεμπέληδες… 3 αυτοκτονίες, σήμερα… Άνοιξε λίγο το παράθυρο, ζαλίστηκα…Σπάσανε τα νεύρα μου, φώναξα πολύ στον Αργύρη… Φοβήθηκε… Το βράδυ μου ΄ρχοτανε να κλαίω που φόβισα τον Αργύρη, που με κοιτάει γεμάτος απορία και θυμό… Οι εξετάσεις της μάνας σου κοστίζουν 187 €… Τηλεφώνησαν απ΄ το νοσοκομείο… Επιμήκυνση της σωτηρίας μας… Άνοιξε λίγο το παράθυρο, ζαλίστηκα… Ευρώ, ευρώ, σωτηρία… Δεν παίρνεις την πίεσή σου ; … Γαμώ το κολοευρώ τους… Στο τηλέφωνο η Μέρκελ… εεε συγγνώμη… στο τηλέφωνο ήταν από την τράπεζα, στην τηλεόραση ήταν η Μέρκελ, που νιώθει οδύνη για τις θυσίες μας… Και μόλις τελείωσε η συνέντευξη κρύφτηκε σε ένα prive δωμάτιο, κρατώντας ένα καλό κόκκινο κρασί και ξεκαρδίστηκε στα γέλια που δουλεύει τα κορόιδα… Μήτσο, έχεις κανένα πενηντάρικο; …
ΦΤΑΝΕΙ ΡΕ ! ΦΤΑΝΕΙ ΠΙΑ !
Όσο νωπή είναι η εντολή τους, τόσο νωπός είναι και ο δικός μας πόνος, η δικιά μας αγωνία για μια άλλη πορεία αυτού του τόπου, για να αλλάξει η ζωή μας.
Και η ζωή δεν αλλάζει ούτε με χειροκροτήματα, ούτε με κλαψουρίσματα. Η ζωή αλλάζει με αποφάσεις και με πράξεις.
Πράξεις τέτοιες που θα μας κάνουν ικανούς να κοιτάμε στα μάτια τους διπλανούς μας. Τους συναδέλφους μας που χθες απολύθηκαν και δεν ξέρουν αν αύριο θα έχουν δουλειά, τους συναδέλφους μας των 700 € που προσπαθούν να δώσουν τη μάχη μέσα και έξω από το σχολείο, τους συναδέλφους μας που δουλεύουν 25-30 χρόνια μέσα στα σχολεία καταθέτοντας την ψυχή τους στο δημόσιο αγαθό της γνώσης χωρίς να ξέρουν αν αύριο θα πάρουν σύνταξη ή εφ’ άπαξ…
Αποφάσεις που θα δυσαρεστήσουν τους Παπαδήμιους, τους τραπεζίτες, τη Μέρκελ, το Σόιμπλε και το συναφές σκυλολόι, τους επιχειρηματίες του εκπαιδευτικού προϊόντος και τους manager, τους χαμογελαστούς υπουργίσκους και τους ανένδοτους τεχνικούς της εξουσίας.
« Το παλιό πέθανε το καινούριο δεν έχει γεννηθεί ακόμα, ζούμε την εποχή των τεράτων».
ΔΕ ΘΑ ΤΟΥΣ ΠΕΡΑΣΕΙ. Ένας νέος κόσμος αναδύεται. Ένας κόσμος της συλλογικής δράσης και αλληλεγγύης των ανθρώπων, ένας κόσμος των αναγκών και των δικαιωμάτων. Εμείς σε αυτόν τον κόσμο θέλουμε να ανήκουμε, να αποτελούμε κομμάτι του και να συμβάλλουμε με τη δράση μας.
Μπροστά μας έχουμε δύο δρόμους.
Ο ένας είναι στρωμένος με κούφια λόγια, με υποσχέσεις σωτηρίας, με μπόλικες χάντρες για ιθαγενείς και με σκοτεινά παιχνίδια των θεσμικών διαδρόμων και των κομματικών επιτελείων. Είναι ο δρόμος των «εφικτών» λύσεων, δηλαδή ο δρόμος των εφικτών αποδοχών και συμβιβασμών, ο δρόμος της βαθμιαίας μετάλλαξης της ζωής μας, σε επιβίωση. Θυμίζει πολύ αυτός ο δρόμος τη στάση του υποταγμένου πολιτικού συστήματος, κατά τη διάρκεια του Β’ παγκοσμίου πολέμου. «Από τη Νίκαια της Γαλλίας, όπου είχε μετεγκατασταθεί, ο Ν. Πλαστήρας καλούσε το λαό με επιστολή του να συνεργαστεί με τους κατακτητές: Παραθέτουμε το σχετικό γράμμα του Ν. Πλαστήρα: «Είμαι της γνώμης ότι πρέπει να γίνει κυβέρνησις φιλογερμανική, για να καταστήσωμεν ολιγώτερον οδυνηράν την ήτταν. Αυτό πρέπει να γίνη και αν ακόμη θα ηξεύραμε ότι ο πόλεμος θα ετελείωνε και μετά τινας μόνον μήνας με τελείαν ήτταν του άξονος (όπερ απίθανον)» («Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», 14 Σεπτέμβρη 1998). Να σημειωθεί ότι αυτό το γράμμα στάλθηκε την 21 Απρίλη 1941, κι ενώ οι Γερμανοί είχαν περάσει τη Λάρισα και κατέβαιναν προς την Αθήνα. Σήμερα που ο ταξικός εχθρός δεν βρίσκεται στη Λάρισα, αλλά έχει μπει μέσα στα σπίτια μας, θα περιμένουμε να μας σώσει ένας καλός σωτήρας, ένας καλός Ολάντ ; Θα κρύψουμε τα τέρατα ;
Ο άλλος δρόμος είναι όμορφος, αλλά δύσβατος και κουραστικός, γεμάτος αγωνίες, πόνους και ανάγκες. Είναι ο δρόμος ΑΠΑΙΤΗΣΗΣ της ζωής μας. Είναι ο δρόμος της συμμαχίας με την κοινωνία. Είναι ο δρόμος της χειραφέτησης και της συλλογικής αυτοοργάνωσης.
Είναι φανερό ότι πρέπει να ξαναχτίσουμε από την αρχή όλα τα συλλογικά σώματα που θα συμβάλλουν στην αναδιοργάνωση του κοινωνικού ιστού, στην αμοιβαία εμπιστοσύνη στις συλλογικές πράξεις, στη δημιουργικότητα των ενεργών ανθρώπων και στη συμμετοχή στα συλλογικά υποκείμενα.
Να προσπεράσουμε τους επαγγελματίες της πολιτικής και τα επιτελεία τους.
Ας τους αφήσουμε να ρητορεύουν στο μόνο χώρο που πραγματικά τους ανήκει: στο σκουπιδοντενεκέ της ιστορίας.